Θέμα 2 Ποιότητα ζωής των παιδιών

Πολλές διαφορές μπορούν να βρεθούν κατά την προσπάθεια ορισμού του τι είναι καλό ή καλύτερο για τα παιδιά, κυρίως λόγω των διαφορετικών πεδίων, θέσεων, πολιτιστικών και κοινωνικών εναλλαγών

(Childwatch International, 1995).

Πρόσφατα, η αξιολόγηση της ποιότητας ζωής των παιδιών επηρεάζεται από κοινωνικές πολιτικές που εφαρμόζονται για να λυθούν προβλήματα των παιδιών με τις οικογένειες τους.

(Casas, 2000).

Επιπλέον, οι έρευνες σχετικά με τις πεποιθήσεις των παιδιών είναι περιορισμένες, αφού οι πιο πρόσφατες εστιάζονται στις πεποιθήσεις των ενηλίκων, παραλείποντας ένα σημαντικό μέρος του ορισμού: τις πεποιθήσεις των παιδιών, αξιολογήσεις και τις φιλοδοξίες τους.

Η ποιότητα ζωής των παιδιών διαφέρει σημαντικά ανάμεσα σε παιδιά από όλο τον κόσμο.

Η παγκοσμιοποίηση έχει οδηγήσει σε βελτιώσεις της ευεξίας των παιδιών σε κάποιους τομείς, όπως είναι η εκπαίδευση. Ωστόσο, έχει επίσης αυξήσει τις ανισότητες, για παράδειγμα μεταξύ των παιδιών που ωφελούνται από την πρόσβαση τους στην εκπαίδευση και αυτών που δεν ωφελούνται (Ben-Arieh et al., 2014).   Είναι ενδιαφέρον να γίνει η σύγκριση μεταξύ των διαφορετικών χωρών και διαφορετικών χρονικών περιόδων.

Οι παιδαγωγικές πρακτικές διαφέρουν σε όλο τον κόσμο – μερικές θετικές πρακτικές για μια χώρα, μπορεί να είναι αρνητικές για κάποια άλλη χώρα.

Υπάρχουν περιορισμένες αποδείξεις σχετικά με αίτια και επιπτώσεις της ευεξίας σε Δυτικούς πολιτισμούς, έτσι τα συμπεράσματα δεν ισχύουν σε χώρες όλου του κόσμου (Henrich et al., 2010).

Οι εκθέσεις “Κατάσταση του Παιδιού” :

Πρόκειται για δημοσιευμένα έγγραφα που συνήθως συντάσσονται από ακαδημαϊκούς και υποστηρικτές που αναφέρουν την κατάσταση των παιδιών με στόχο την παρακολούθηση της σε κάθε περιοχή (Bradshaw and Barnes, 1999).

Η κατάσταση των παιδιών του κόσμουannual report by UNICEF

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των παιδιών συνθέτει μια σημαντική δομή για τη βελτίωση της ποιότητα ζωής των παιδιών και επίσης ένα σημαντικό εργαλείο για την παρακολούθηση και αξιολόγηση του.

Από το 1989, η Σύμβαση έχει εξουσιοδοτήσει όλα τα παιδιά με αναφαίρετα, αδιαίρετα δικαιώματα, ανεξάρτητα από το υπόβαθρο ή την κατάσταση τους. Πριν την Σύμβαση, τα παιδιά σε μειονεκτική θέση θεωρούνταν ως αντικείμενα φιλανθρωπίας που θα τους δοθεί ότι χρειάζεται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν, συνήθως στο ελάχιστο. Μέσω της Σύμβασης διευκρινίστηκε ότι τα έθνη του κόσμου έπρεπε να αναγνωρίσουν τα παγκόσμια, αναφαίρετα και αδιαίρετα δικαιώματα των παιδιών (UNICEF, 2019).

Μετά την υιοθέτηση της Σύμβασης, τα δικαιώματα των παιδιών εμποτίζονται κατά τη γέννηση, δεν μπορούν να αφαιρεθούν από τη νομοθεσία και διατηρούνται καθ ‘όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, όπου κι αν βρίσκεται το παιδί. Η Σύμβαση υπογραμμίζει ότι τα παιδιά είναι κάτοχοι των δικών τους δικαιωμάτων, τα οποία επενδύονται στους ιδίους και δεν εξαρτώνται από τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την πολιτική ή άλλη γνώμη τους, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την αναπηρία, την ιδιοκτησία, τη γέννηση, ή άλλη κατάσταση. Με την υποστήριξη της Σύμβασης, τα παιδιά μπορούν να ενεργήσουν με δική τους ανάπτυξη, με το δικαίωμα να επηρεάζουν αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα τους. Ταυτόχρονα, η Σύμβαση θεωρεί υπεύθυνους την οικογένεια και αυτούς που φροντίζουν τα παιδιά,  για την πραγματοποίηση των δικαιωμάτων των παιδιών, οι οποίοι υπόκεινται στην απόλυτη ευθύνη των κυβερνήσεων που έχουν εγκρίνει και επικυρώσει τη Σύμβαση (UNICEF, 2019).

Βελτιώσεις μετά την υιοθέτηση της Σύμβασης